Το Εγώ: Η μεγάλη ψευδαίσθηση της ψυχολογίας
Πόσες φορές έχεις πει «δεν ξέρω γιατί το έκανα» ή «αυτό δεν είναι εγώ»; Ίσως περιμένεις από την ψυχοθεραπεία να σε βοηθήσει να ξαναβρείς τον “πραγματικό σου εαυτό”. Να ενδυναμώσεις το εγώ σου. Να αποκτήσεις έλεγχο. Για τον Ζακ Λακάν, αυτή η προσδοκία είναι ήδη παγίδα. Δεν είσαι το εγώ σου.
Το Εγώ, όπως το βλέπει ο Λακάν, δεν είναι το υποκείμενο. Είναι ένα φαντασιακό κατασκεύασμα — μια εσωτερική εικόνα ταύτισης με ένα εξιδανικευμένο είδωλο. Μια «μάσκα συνοχής» που φοριέται απέναντι στο βλέμμα του Άλλου, για να προστατεύσει το υποκείμενο από τον κατακερματισμό και την αβεβαιότητα της επιθυμίας. Το Εγώ γεννιέται στη συνάντηση με τον καθρέφτη. Εκεί που το βρέφος αναγνωρίζει για πρώτη φορά μια «ολική» εικόνα του εαυτού του — και ταυτίζεται με αυτή. Όμως αυτή η εικόνα δεν του ανήκει. Δεν ανταποκρίνεται στην εσωτερική του εμπειρία, η οποία παραμένει χαοτική, εξαρτημένη, σωματοποιημένη. Η εικόνα αυτή είναι μια φαντασιακή ασπίδα. Ένα φαντασμαγορικό σκηνικό πληρότητας, απέναντι στην εσωτερική διάσπαση. Το Εγώ, λοιπόν, δεν είναι πυρήνας αυθεντικότητας — είναι αμυντική ταύτιση με ένα είδωλο.
Ο Φρόιντ ως επανάσταση — και ως προδοσία
Ο Φρόιντ δεν ανακάλυψε το ασυνείδητο απλώς ως ένα θησαυροφυλάκιο αναμνήσεων ή απωθημένων. Το παρουσίασε ως μια τάξη λόγου, που μιλάει ακόμα κι όταν εμείς δεν ακούμε. Έδειξε ότι ο άνθρωπος δεν είναι κύριος στο σπίτι του: ότι το «λάθος» στην ομιλία, το όνειρο, το σύμπτωμα — δεν είναι ατύχημα. Είναι πράξη, μορφή επιθυμίας, ανάδυση του ασυνείδητου. Αλλά με την πάροδο του χρόνου, και ειδικά με την κυριαρχία της ψυχολογίας του Εγώ στον αμερικανικό χώρο, η φροϋδική τομή εξημερώθηκε.
Η ψυχανάλυση επανατοποθετήθηκε ως ένα εργαλείο ενδυνάμωσης του Εγώ προκειμένου το τελευταίο να γίνει πιο ώριμο, να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα και να λειτουργήσει αποτελεσματικότερα. Ο Λακάν θεωρεί αυτή την προσέγγιση προδοσία της φροϋδικής ρήξης. Αυτό όχι μόνο γιατί αγνοεί τη ριζική ετερότητα του ασυνείδητου, αλλά γιατί υποκαθιστά την επιθυμία με την προσαρμογή, και την αλήθεια με τη λειτουργικότητα.
Ο καθρέφτης δεν λέει αλήθεια: το Εγώ ως Φαντασιακό
Σύμφωνα με τον Λακάν: «Το εγώ είναι μια παρανόηση.» Το εγώ δεν είναι αυθεντικό. Είναι το αποτέλεσμα ενός λανθασμένου καθρεφτίσματος. Ο Λακάν εισάγει το στάδιο του καθρέφτη: η στιγμή που το βρέφος βλέπει τον εαυτό του στον καθρέφτη και αναγνωρίζει μια εικόνα. Εκεί γεννιέται το εγώ — όχι ως αλήθεια, αλλά ως φαντασιακή ταύτιση. Μια εικόνα πληρότητας που δεν αντιστοιχεί στην εσωτερική εμπειρία του παιδιού. Το εγώ είναι μια μάσκα συνοχής — ένας μηχανισμός άμυνας. Δεν είναι η φωνή της αλήθειας. Είναι το ίχνος της αποξένωσης.
Το Υποκείμενο δεν είναι ενιαίο, είναι διχασμένο.
Εάν δεν είμαστε το Εγώ, τότε τι είμαστε; Για τον Λακάν, το υποκείμενο είναι αποτέλεσμα της γλώσσας. Δεν υπάρχει έξω από αυτήν. «Το ασυνείδητο είναι δομημένο όπως η γλώσσα.» Δεν εκφράζουμε τον εαυτό μας όταν μιλάμε. Μάλλον αποκαλυπτόμαστε εκεί όπου δεν το περιμένουμε: σε παραδρομές, σιωπές, επαναλήψεις. Εκεί «μιλάει» το ασυνείδητο.
Το υποκείμενο είναι διχασμένο:
- Μεταξύ αυτού που λέει και αυτού που πραγματικά αποκαλύπτεται.
- Μεταξύ του εγώ και του ασυνείδητου.
- Μεταξύ του «νομίζω» και του «είμαι».
- Μεταξύ λόγου και επιθυμίας
Ο Λακάν το συμβολίζει ως S/ — το διχοτομημένο υποκείμενο. Που πάντα χάνεται στη γλώσσα. Που υπάρχει μόνο ως ερώτημα. Το υποκείμενο αυτό είναι διαγραμμένο, διαμελισμένο, ανοιχτό στην έλλειψη. Αυτό το S/, αυτός ο διχοτομημένος φορέας επιθυμίας, είναι το αληθινό υποκείμενο της ψυχανάλυσης. Όχι το Εγώ.
Το Ασυνείδητο δεν είναι αποθήκη — είναι δομή
Η κυρίαρχη ψυχολογία βλέπει το ασυνείδητο σαν αποθήκη τραυμάτων. Ο θεραπευτής ψάχνει, βρίσκει, φέρνει στην επιφάνεια, ενσωματώνει. Για τον Λακάν, το ασυνείδητο δεν είναι περιεχόμενο — είναι δομή. Είναι αλυσίδα σημαίνοντων. Δεν “κρύβει” νοήματα — παράγει επιθυμία. Το σύμπτωμα δεν είναι λάθος. Είναι μήνυμα. Ο αναλυτής δεν το εξηγεί. Δεν το αφαιρεί. Το ακούει. Το αφήνει να αποκαλυφθεί. Το ερμηνεύει ως πράξη του ασυνείδητου. Το ασυνείδητο δεν λέει αυτό που ξέρουμε. Λέει αυτό που μας δομεί — χωρίς να το ξέρουμε.
Γιατί η ψυχολογία του Εγώ αποτυγχάνει
Ο Λακάν κατηγορεί την ψυχολογια του Εγώ για υπερεκτίμηση του Εγώ: το εγώ δεν είναι η αλήθεια του υποκειμένου. Επιπρόσθετα επικρίνει την Η ηθικοποίηση της θεραπείας, την έμφασή της στην επιτυχία, την προσαρμογή, την ωριμότητα. Θεωρεί επίσης ότι αυτή η έμφαση οφείλεται σε παρερμηνεία του Φρόιντ, ιδίως στα έργα του για τον καταναγκασμό της επανάληψης και την ενορμητική απόλαυση. Τέλος επικρίνει αυτό που αντιλαμβάνεται ως μείωση του ασυνείδητου σε “δεύτερο” μηχανισμό κάτω από τον έλεγχο του Εγώ. Η ανάλυση έτσι γίνεται ψυχολογία του εαυτού. Και χάνει το ριζοσπαστικό της πυρήνα: τη σύγκρουση με την έλλειψη.
Η μεταβίβαση δεν είναι συμμαχία, είναι σκηνή επιθυμίας
Σύμφωνα με την κλασική προσέγγιση, η μεταβίβαση είναι εμπόδιο: πρέπει να «λυθεί» για να λειτουργήσει η θεραπεία. Ο θεραπευτής γίνεται θετική φιγούρα. Αντικείμενο ασφάλειας. Για τον Λακάν, η μεταβίβαση δεν είναι εμπόδιο. Είναι το πεδίο της αλήθειας. Εκεί επαναλαμβάνεται η ασυνείδητη επιθυμία. Εκεί εμφανίζεται το φαντασιακό του υποκειμένου.
Για τον λόγο αυτό, ο αναλυτής δεν πρέπει να γίνει Ιδανικό Εγώ. Δεν είναι «ο καλός» ή «ο σοφός». Είναι το σημείο της έλλειψης, σημείο μη-γνώσης.
Μόνο έτσι μπορεί να επιτρέψει στο υποκείμενο να συναντήσει την επιθυμία του. Με τον τρόπο αυτό γίνεται ο χώρος όπου η επιθυμία ξυπνά.
Η αλήθεια είναι διχασμένη, όπως και εσύ.
Ο Λακάν δεν υπόσχεται πληρότητα. Δεν λέει «θα γίνεις ο εαυτός σου». Δεν σου υπόσχεται “ψυχική ησυχία”.Αντιθέτως, σε καλεί να αποδεχθείς τη διχοτόμησή σου και με τον τρόπο αυτό να αναγνωρίσεις ότι η επιθυμία σου δεν σου ανήκει. Ακόμη σου ζητά να δείξεις περιέργεια και να δεις το σύμπτωμα ως μήνυμα. Μέσα από αυτή την διαδικασία σου ζητά να κατανοήσεις ότι δεν υπάρχει αυθεντικός εαυτός που πρέπει να «ανακαλύψεις»: η ψυχανάλυση του Λακάν δεν σου χαρίζει τον εαυτό σου. Σου δείχνει πώς τον έχεις ήδη χάσει — και πώς μέσα σε αυτό το κενό γεννιέται η επιθυμία.
Δεν είσαι το Εγώ σου, και αυτό είναι η αρχή
Το Εγώ θέλει να έχει δίκιο. Να ελέγχει. Να ταυτίζεται με την επιτυχία και την προσαρμογή. Το υποκείμενο, όμως, μιλά αλλιώς. Μιλά στις σιωπές, στις παραδρομές, στις υπερβολές. Εκεί που «δεν ξέρεις γιατί το έκανες». Εκεί μιλάει το ασυνείδητο. Η ψυχανάλυση δεν σου δίνει απαντήσεις. Σου δίνει χώρο να μιλήσεις. Και να ξαφνιαστείς από αυτά που λες εσύ. Δεν είσαι το εγώ σου. Και μέσα σε αυτή τη ρωγμή, αρχίζει η αλήθεια εκεί όπου η έλλειψη γίνεται δημιουργία. Εκεί όπου η επιθυμία δεν ολοκληρώνεται — αλλά σε ζωντανεύει.