Το όνειρο, λέει ο Λακάν, δεν είναι απλώς αποκάλυψη επιθυμίας, περισσότερο από αυτό, είναι η ίδια η σκηνή της επιθυμίας, δομημένη με τους όρους του συμβολικού, διαμεσολαβημένη από το φαντασιακό, και πάντα διαπερασμένη από το πραγματικό. Καθιστά δυνατή την υποκειμενικότητα εκεί όπου ο Λόγος του Άλλου έχει παραβιαστεί ή διαρραγεί. Είναι η κατασκευή μιας λύσης, μιας ενδοψυχικής φόρμας επιβίωσης.
Στο Σεμινάριο II, ο Λακάν υποστηρίζει ότι ο κόσμος του Εγώ είναι ένας κόσμος καθρεπτικής απάτης, γεμάτος συνειρμικές απηχήσεις του φαντασιακού, όπου «το υποκείμενο δεν γνωρίζει το ίδιο του το βλέμμα». Το όνειρο επιτελεί ακριβώς αυτό: στήνει μια σκηνή όπου το υποκείμενο συλλαμβάνεται, πριν προλάβει να μιλήσει, από έναν Λόγο που δεν του ανήκει. Το όνειρο που ακολουθεί θα αναλυθεί πρώτα στη δομή του και στη συνέχεια ως προς τις ενδοψυχικές θέσεις που αρθρώνει: το Εγώ, το Υποκείμενο, η επιθυμία, το βλέμμα και η θέση του Άλλου. Εκεί, ακριβώς, όπου το ασυνείδητο δεν αποκαλύπτει κάτι αλλά κατασκευάζει έναν τρόπο να συνεχιστεί η σχέση, χωρίς κίνδυνο, χωρίς έκθεση, χωρίς ερώτηση.
Το όνειρο
Μία θεραπευόμενη έρχεται με το εξής όνειρο:
Μπροστά του βρίσκεται ένα σχετικά μεγάλο ψάρι, ασημί και γυαλιστερό, νεκρό. Το σώμα του δεν είναι αποκρουστικό — είναι σαν καθαρή ασημί επιφάνεια. Πάνω στο δέρμα του εμφανίζονται μαγικά μηνύματα, με μαύρα γράμματα που εμφανίζονται και εξαφανίζονται από μόνα τους. Τα μηνύματα δεν έχουν υλική προέλευση: δεν τα γράφει κανείς, δεν χαράσσονται, απλώς εμφανίζονται επάνω του για λίγο και ύστερα χάνονται. Είναι μηνύματα του Π. Εμφανίζονται για να επικοινωνήσει μαζί μου και εξαφανίζονται, και εγώ του απαντώ γράφοντας με την σκέψη μου μαγικά μηνύματα πάνω στο ίδιο ψάρι. Το περιεχόμενο των περισσότερων μηνυμάτων δεν το θυμάμαι. Το μόνο που θυμάμαι είναι το τελευταίο που είναι κοφτό και σαν επιταγή:
«Πρέπει να μου μιλάς με τον σωστό τρόπο.»
Νιώθω μπερδεμένη και απαντώ σιωπηλά:
«Μα έτσι σου μιλώ.» Και ξυπνάω με το ίδιο αίσθημα σύγχυσης ενώ δυσκολεύομαι να συγκρατήσω το όνειρο, ξέρω όμως ότι ήταν σημαντικό.
Ο συνομιλητής των μηνυμάτων είναι ένας απών ερωτικός Άλλος– ένα πρόσωπο που δεν εμφανίζεται στη σκηνή του ονείρου, αλλά είναι παρών μέσα από τα μηνύματα. Ο ίδιος δεν φαίνεται, ούτε ακούγεται. Όμως το ψάρι καθίσταται ο ενδιάμεσος φορέας λόγου μεταξύ τους. Η επικοινωνία τους δεν είναι διαλογική· είναι σχεδόν τελετουργική, διαμεσολαβημένη από ένα μαγικό, νεκρό σώμα που δεν ανήκει σε κανέναν.
Δομική ανάλυση
Η σκηνή που στήνει το ασυνείδητο έχει δομή. Δεν είναι αυθαίρετη. Και αυτή η δομή μπορεί να διαβαστεί:
Το ψάρι ως αντικείμενο a
Το νεκρό ψάρι που εμφανίζεται στο όνειρο δεν έιναι απλά ένα αδρανές αντικείμενο ή ένα σύμβολο προς ερμηνεία. Λειτουργεί ως ενδιάμεσο σώμα μέσω του οποίου κυκλοφορεί ο Λόγος. Στη λακανική θεωρία, το αντικείμενο a είναι το υπόλειμμα της επιθυμίας, εκείνο που την προκαλεί χωρίς να την ικανοποιεί. Το ψάρι επιτελεί την λειτουργία του αντικειμένου a με ειδική μεταστροφή. Το ψάρι δεν έχει φωνή, είναι σώμα χωρίς ανταπόκριση αλλά πάνω του εμφανίζεται κάτι που φέρει τον Λόγο του Άλλου και ακριβώς επειδή δεν ανήκει σε κανέναν, γίνεται το πεδίο της μεταβίβασης.
Η λάμψη του δέρματος, το ασημί, λειτουργεί ως παγίδα βλέμματος. Το υποκείμενο καθηλώνεται στο να παρατηρe;i, να διαβάζει χωρίς ποτέ να αποκτήσει τον έλεγχο. Η επιφάνεια του ψαριού αποτελεί το σημείο όπου το υποκείμενο δεν βλέπει, αλλά αιχμαλωτίζεται βλέποντας. Δεν είναι σάρκα ακριβώς, δεν είναι πρόσωπο αλλά αλλά λειτουργεί ως αντικείμενο απόλαυσης (jouissance) χωρίς διέξοδο, σημαίνον που διαφεύγει, που λάμπει αντί να απαντά και που φέρνει το βλέμμα και τον Λόγο κοντά χωρίς να επιτρέπει όμως την επαφή.
Ο Λόγος χωρίς υποκείμενο
Τα μαύρα γράμματα δεν γράφονται από το φυσικό χέρι κάποιου, δεν φέρουν την χειρονομία της γραφής. Εμφανίζονται και χάνονται μόνο με την πίστη ότι υπάρχει κάποιος που τα διαβάζει. Είναι σημαίνοντα χωρίς εκποπό, ίχνη λόγου αποκομμένα από το υποκείμενο. Δεν υπάρχει ερώτηση, απάντηση, διάλογος. Υπάρχει μία φράση «Πρέπει να μου μιλάς με τον σωστό τρόπο» που διακόπτει και φτάνει ως επιταγή που δεν μπορεί να συζητηθεί. Είναι αυτό που ο Λακάν αποκαλεί S1, το σημαίνον που δεν λέει τίποτα αλλά οργανώνει την υποταγή του υποκειμένου στον Λόγο. Αυτή η φράση είναι σημαίνον χωρίς παραλήπτη: ένα υπόλοιπο του Λόγου του Άλλου που δεν στοχεύει στην κατανόηση αλλά στην κανονιστική μορφή. Πρόκειται για το σημείο όπου το ασυνείδητο φέρνει στην επιφάνεια την σχέση με τον Λόγο ως επιταγή και τον Άλλο ως απόλυτη αυθεντία επι του απευθύνεσθαι. Ο Λόγος επιβάλλεται αλλά δεν ερμηνεύεται φέρνοντας το υποκείμενο αντιμέτωπο με την απαιτητική αδιαφάνεια του Άλλου. Στο σημείο αυτό το ασυνείδητο έχει εγγράψει την σύγκρουση του υποκειμένου με έναν Άλλον που δεν επιθυμεί τίποτα πέρα από την κατοίκηση της δομικής θέσης του Κυρίου όπου η απόλαυση έγκειται στην επιβολή της μορφής και όχι στην ανταλλαγή. Το υποκείμενο δεν κατοικεί την θέση του αποδέκτη, είναι εκτεθειμένο σημείο ανάμεσα στην εμφάνιση και την εξαφάνιση του Λόγου.
Ο Άλλος είναι απών αλλά λειτουργεί
Ο άντρας είναι απών, ούτε απεικονίζεται, ούτε ακούγεται, ούτε μιλά, ούτε κοιτά, δεν εμφανίζεται ποτέ. Και όμως είναι το μοναδικό πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται το υποκείμενο και συνεπώς η παρουσία του είναι πλήρως εγγεγραμμένη στη σκηνή. Το ψάρι φέρει τον Λόγο του, ακόμη κι αν δεν υπάρχει σώμα να τον εκφέρει. Ο Λόγος του επιμένει όχι ως επικοινωνία αλλά ως επιταγή μορφής.
Αυτό συνιστά πυρηνική μορφή μεταβίβασης: ο Άλλος υπάρχει μόνο ως φαντασματικό σημείο που διατηρεί την επιθυμία ενεργή, όχι μέσω ανταπόκρισης αλλά μέσω μυστηριώδους εμφάνισης του λόγου του. Δεν απαντά, αλλά είναι παρών μέσα από ίχνη και λειτουργεί ως δομική συντεταγμένη του ασυνειδήτου: είναι εκεί μόνο για να υπάρξει ως σημείο αναφοράς της απεύθυνσης. Το ψάρι λοιπόν είναι ο συμβολικός τόπος εγγραφής της επιθυμίας και της απουσίας απάντησης. Δομικά η μεταβίβαση παγιώνεται ως μονόδρομη ροή σημαίνοντος χωρίς κυκλοφορία επιθυμίας.
Το Εγώ, η θέση του Υποκειμένου και η επιθυμία στη σκηνή
Το όνειρο οργανώνει μια συμβολική σκηνή με τρεις όρους:
- Το Εγώ, που κοιτά το ψάρι και προσπαθεί να απαντήσει
- Τον Άλλο, που απουσιάζει αλλά εκφέρει Λόγο
- Το αντικείμενο, που δέχεται την εγγραφή του Λόγου και φέρει τη σκηνή
Ταυτίσεις του Εγώ
Το Εγώ στο όνειρο αναλαμβάνει θέση σεβασμού, καθωσπρέπει απεύθυνσης («μα έτσι σου μιλώ»). Μπροστά στην απαίτηση νιώθει μπερδεμένο, όχι προκλητικό και εμφανίζεται να αναζητά τη σωστή στάση, όχι επαλήθευση της επιθυμίας του. Η ταύτιση του Εγώ εδώ είναι με το «καλό υποκείμενο»,
εκείνο που τηρεί τους όρους, σέβεται το πρωτόκολλο, ζητά να μην παρεξηγηθεί. Υιοθετεί την στάση του συμμορφωμένου υποκειμένου που αναζητά την σωστή μορφή επιθυμώντας να συντηρήσει την φαντασίωση ότι υπάρχει σωστός τρόπος και ότι τον ακολουθεί ήδη. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγει να παρέμβει στον Λόγο ως μια αμυντική θέση ενδοψυχικής διαχείρισης του Άλλου ως φορέα αυθαίρετης εξουσίας.
Θέση του υποκειμένου στη σκηνή
Το υποκείμενο βρίσκεται απέναντι σε κάτι που μιλά χωρίς να απευθύνεται αναμένοντας σε στάση ερμηνείας, χωρίς πρόσβαση στον Λόγο. Δεν δρα αλλα αναγιγνώσκει ώντας καθηλωμένο. Ταυτόχρονα βρίσκεται σε απόσταση ασφαλείας από τον Άλλον, αλλά μέσα στη σχέση του με αυτόν. Η θέση αυτή είναι χαρακτηριστική του υποκειμένου της επιθυμίας στον Λόγο του Άλλου: Εκείνου που παραμένει εκτός της πρότασης, αλλά αιχμαλωτίζεται από αυτήν. Δεν υπάρχει επιστροφή. Υπάρχει η προσδοκία της απεύθυνσης και αμηχανία όταν η απεύθυνση δεν αναγνωρίζεται. Το υποκείμενο δεν ξέρει αν το μήνυμα αφορά τον ίδιο και σε ποιον απευθύνεται η απαγόρευση. Δεν ξέρει αν μιλά, σε ποιον και με τι αποτέλεσμα. Η απάντηση δίνει επιβεβαιώνει την δύναμη του Άλλου καθώς επιτρέπει να καθορίζει το τι είναι σωστός τρόπος ακόμη και όταν αυτός ακολουθείται. Η σύγχυση όμως δεν είναι ατύχημα, είναι το δομικό όριοόπου το ασυνείδητο κόβει την σκηνή εκεί που χάνεται το νόημα.
Επιθυμία και ενδοψυχική λειτουργία
Η επιθυμία εδώ δεν τολμά να εμφανιστεί ως αίτημα. Εκφράζεται μέσω ενός βλέμματος, μιας ερμηνευτικής προσπάθειας, ενός εσωτερικού διαλόγου: «Μα έτσι σου μιλώ.» Το όνειρο αποτυπώνει την ενδοψυχική λειτουργία του να διασώζεται ο Λόγος του Άλλου ακόμη και όταν η επαφή έχει χαθεί. Στήνεται συνεπώς μία σκηνή ασφαλούς ψευδοεπικοινωνίας όπου η απάντηση δεν έχει ακουστότητα. Η επιθυμία να απευθυνθεί κανείς χωρίς να τραυματιστεί γίνεται φαντασιακή λύση: μια επικοινωνία μέσω ενός μαγικού, νεκρού αντικειμένου που δεν έχει επιθυμία, δεν απειλεί, δεν απορρίπτει και προστατεύει από το τίμημα της απάντησης. Πρόκειται για άμυνα, αλλά ταυτόχρονα και για ευχή: Μακάρι να μπορούσα να του μιλώ ακόμη, χωρίς να χρειάζεται να υπάρχω ως επιθυμητό, ανεπαρκές ή απορριπτέο υποκείμενο. Είναι μια ευχή μη-κρίσης αλλά συνάμα και αίτημα να σταματήσει κανείς να διαβάζειμε βλέμμα που αναμένει αυτό που φέρει το σώμα του ψαριού.
Επίλογος
Το όνειρο δεν ολοκληρώνεται, διακόπτεται. Σταματά τη σκηνή του ακριβώς τη στιγμή που το υποκείμενο δεν ξέρει αν έχει απαντήσει σωστά, αν έχει καταλάβει σωστά, αν έχει ακόμη δικαίωμα να απαντήσει. Η φράση του Άλλου «πρέπει να μου μιλάς με τον σωστό τρόπο» δεν μπορεί να απαντηθεί, γιατί δεν απευθύνεται πραγματικά. Και η απάντηση «μα έτσι σου μιλώ» δεν απευθύνεται σε κανέναν. Είναι μια προσπάθεια να σταθεί κανείς όρθιος μέσα σε μια σκηνή που έχει ήδη καταρρεύσει.
Το ασυνείδητο δεν κλείνει την αφήγηση με λύση, την κόβει στο σημείο όπου η σύγχυση του υποκειμένου γίνεται αβάσταχτη. Και εκεί, μπροστά στο νεκρό ψάρι που εμφανίζει λόγια και τα χάνει, δεν υπάρχει πια επιθυμία να δει κανείς το επόμενο μήνυμα. Το βλέμμα αποσύρεται. Η ανάγνωση σταματά. Το ψάρι μπορεί να μείνει στο πάτωμα, χωρίς απάντηση. Ίσως αυτή είναι η πιο βαθιά επεξεργασία που μπορεί να προσφέρει το όνειρο: όχι να ξανασυνδέσει το νήμα της επικοινωνίας, αλλά να επιτρέψει στο υποκείμενο να πει εσωτερικά: «Δεν θα διαβάσω άλλο. Το σώμα που φέρει τον Λόγο του Άλλου μπορεί να μείνει εκεί, χωρίς να το κοιτώ. Η επιθυμία δεν μπορεί να συνεχίσει να στηρίζεται πάνω σε κάτι που δεν απαντά ποτέ.» Ο Άλλος μπορεί πάντα να γράφει στο ψάρι αλλά το ασυνείδητο υπενθυμίζει ότι ο υποκείμενο αποφασίζει αν θα συνεχίσει να διαβάσεις.